Του Χ.Κ. Λαζαρόπουλου
Είναι να τρελλαίνεσαι με όσα συμβαίνουν σ’ αυτή τη χώρα. Την ώρα που γίνεται ο κακός χαμός στον ιδιωτικό τομέα, ελλοχεύει η απειλή να μείνουν στο δρόμο 1 εκατ. εργαζόμενοι (σύμφωνα με τον επιστημονικό σύμβουλο της ΓΣΕΕ κ. Σ. Ρομπόλη) και βυθίζονται στη σήψη της παρακμής το Δημόσιο και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δεν υπάρχει στρατηγική.
Το πολιτικό σύστημα κι όσοι το απαρτίζουν σε πρώτους και δεύτερους ρόλους αναλώνονται σε επικοινωνιακά τερτίπια αλλά δεν έχουν ουσιαστική πρόταση για να ευημερίσει ο ελληνικός λαός
Βρισκόμαστε σε μια ευρωπαϊκή χώρα με μεσανατολίτικη αντίληψη για την εξουσία και αφρικάνικη σε ό,τι αφορά στη διαφύλαξη του εθνικού πλούτου ως προϋπόθεση για τη λαϊκή κυριαρχία, την εθνική ανεξαρτησία και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Όλοι εκείνοι που σε άλλες εποχές θα έκαναν λιτανείες και παρελάσεις για το ξεπούλημα του λιμανιού στους Κινέζους, των ναυπηγείων στους εμίρηδες, των τηλεπικοινωνιών στους Γερμανούς, των σιδηροδρόμων στους Γάλλους, μπορούν να μας εξηγήσουν τι έγιναν τα λεφτά από τις «πωλήσεις», γιατί δεν γίνονται επενδύσεις, για ποιο λόγο δεν ανοίγουν θέσεις εργασίας και πώς δεν έχουν ανοίξει ακόμα οι δουλειές στις μεταφορές.
Πώς άλλωστε να εξηγήσουν αυτά τα ανεξήγητα, άνθρωποι που ασχολούνται με τα κοινά και την πολιτική, χωρίς ίχνος αξιοπρέπειας, καλλιέργειας και αντίληψης περί της πολιτικής. Κάθονται και συσκέπτονται επί μήνες για να διατηρήσουν τη μνήμη της μιζέριας και της κακομοιριάς με πρωτοβουλίες όπως το Μουσείο Μετανάστευσης (σ.σ. όπου βεβαίως θα διοριστούν μερικά «δικά τους παιδιά»), ενώ δεν γνωρίζουν ότι η οικονομία στηρίζεται στην παραγωγή, την ανακύκλωση κεφαλαίου και τις επενδύσεις.
Οι όψιμοι επαναστάτες του τηλεχειριστηρίου υμνούν το διεθνισμό και την παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου ως πιστές ορντινάτσες ξένων πατρώνων. Διότι διαφορετικά θα γνώριζαν πως ο υγιής διεθνισμός αναπτύσσεται και υπάρχει εφ’ όσον αποδέχεται και δεν παραβιάζει τη διαφορετικότητα της εθνικής ταυτότητας και του πολιτισμού. Προϋπόθεση για την ύπαρξή τους είναι η οικονομική ελευθερία, η ανάπτυξη μηχανισμών εκπαίδευσης και πολιτισμού, καθώς και ο σεβασμός του λαού που υποτίθεται πως υπηρετούν.
Δυστυχώς τις τρεις τελευταίες δεκαετίες δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Κανείς τους δεν μπήκε στον κόπο να διαβάσει τι λένε ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» ή ο Μακιαβέλλι στον «Ηγεμόνα». Ο πρώτος διδάσκει ότι όποιος απομακρύνεται περιστασιακά από τις αρετές δεν θα παραμείνει για πολύ στη θέση του. Ο δεύτερος συνιστά να γίνονται οι φιλόδοξοι ηγεμόνες πότε αλεπούδες και πότε λέοντες «όχι για να σώσουν την ψυχή τους, αλλά το κράτος και την ευημερία των υπηκόων τους». Κι υπάρχει χαοτικό χάσμα ανάμεσα στις αλεπούδες και τους λέοντες με τα «κουτορνίθια»…