Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010

Διστακτική η ναυλαγορά

Καθημερινώς καθελκύονται τρία νέα πλοία και καταβαραθρώνεται η τιμή των παλαιών, ενώ βελτιώνεται η αγορά στα κοντέινερ

Άρθρο του κ. Κωνσταντίνου Τσουβαλά,
διευθύνοντος συμβούλου
ναυτιλιακής εταιρείας

Νέα δεδομένα διαμορφώνονται στη ναυλαγορά, η οποία αντιμετωπίζει οξύτατες αγκυλώσεις και δυσκολίες προκειμένου να επανέλθει στα επίπεδα των τεσσάρων χιλιάδων μονάδων. Αυτό που παρατηρείται αυτή τη στιγμή δείχνει την ευρύτερη τάση της ναυτιλιακής αγοράς να απορρίψει ο,τιδήποτε σχετίζεται με καθετί παλιό. Η είδηση λέει λοιπόν πως τρία νεότευκτα πλοία καθελκούνται καθημερινώς!

Το σίγουρο είναι πως δεν πρόκειται να προσεγγίσουμε με ευκολία τα μέσα επίπεδα της περιόδου από τον Μάιο του 2009 έως αυτόν του επομένου έτους, όταν ο δείκτης “Baltic Dry Index” βρισκόταν στις 3.200 μονάδες. Πρέπει πάντως να σημειώσουμε ότι συγκριτικώς με την περίοδο 2008-2009, η προσφορά τονάζ είναι αυξημένη από παραδόσεις νεότευκτων με ρυθμό τρία περίπου πλοία την ημέρα.

Αν μελετήσει κανείς τις τακτικές εβδομαδιαίες ανασκοπήσεις του ναυλομεσιτικού οίκου “G. Moundreas” θα διαπιστώσει ότι από τον περασμένο Ιούλιο που ο δείκτης BDI βρέθηκε στις 1.700 μονάδες, σημειώθηκε μία σαφής βελτίωση, γεγονός που τον έφθασε στις αρχές Σεπτεμβρίου στις 3.000 μονάδες. Ωστόσο, στα μέσα Σεπτεμβρίου κατέγραφε πτώση κατά -10,65% κι είχε διαμορφωθεί στις 2.675 μονάδες.

Το γεγονός αυτό απασχόλησε τον κόσμο της ναυτιλίας και των Logistics διότι επί της ουσίας, η πτώση αποτελεί συνέπεια της είδησης περί αναθεώρησης των αναπτυξιακών δεικτών στις Ηνωμένες Πολιτείες για το β’ τρίμηνο του έτους, στο 1,6% από αρχικό υπολογισμό 2,7% και 3,7% του α' τριμήνου. Τα ποσοστά συνιστούν ουσιαστικώς ανάκαμψης των ανεπτυγμένων χωρών, με συνέχεια στο γ' τρίμηνο, όπως δείχνουν πολλά επί μέρους στοιχεία και επιβεβαίωσε στις ΗΠΑ η περίφημη ανακεφαλαίωση “Beige Book” (που δημοσιεύθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου).

Χώρες “BRIC” και Τουρκία

H ναυτιλία περιμένει πολλά από την κινεζική οικονομία και από τις οικονομίες των υπολοίπων χωρών της ομάδας “BRIC”, δηλαδή των Βραζιλίας, Ρωσσίας, Ινδίας και Κίνας. Για πολλοστή φορά, δεν επαληθεύονται οι ανησυχίες παραγόντων που από το 2003 εκφράζουν φόβους και επιφυλάξεις περί επικείμενης κινεζικής χρεωκοπίας.


Σε ελεύθερη πτώση οι αξίες των παλαιών πλοίων.

Σύμφωνα με τις ανασκοπήσεις της “G. Moundreas” τα στοιχεία συνηγορούν ότι μετά από σύντομη ήπια αρνητική επίπτωση της κρίσης της Δύσης στις κινεζικές εξαγωγές, αποδίδει η στροφή προς την εσωτερική κατανάλωση.

Ήδη, οι λιανικές πωλήσεις Αυγούστου εκτοξεύθηκαν 18,4% με σχεδόν σταθερό πληθωρισμό 3,5%, η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε 14%, το εμπορικό πλεόνασμα έφθασε στα 20 δισ. δολ. και σταθεροποιούνται οι τιμές ακινήτων με αύξηση πωλήσεων.

Παράλληλα, το ρεκόρ 6,8 δισ. δολ. ξένων επενδύσεων σε bonds κατασκευαστών εφέτος, δείχνει την αποκατάσταση εμπιστοσύνης στην επίφοβη αγορά ακινήτων.

Πάντως, εκτός από την Κίνα και στις υπόλοιπες BRIC αναθεωρούνται συνεχώς ανοδικά οι προβλέψεις οικονομικής ανάπτυξης, με πιο πρόσφατη την πρόβλεψη για ρυθμό 7,34% της Βραζιλίας, και άλλες περιφερειακές δυνάμεις επίσης δίνουν συνέχεια στις επιδόσεις υψηλών ταχυτήτων, όπως η Αυστραλία, η Τουρκία, η Ινδονησία, το Μεξικό.

Καθώς λοιπόν οι μη επιβραδυνόμενες αυτές οικονομίες αποτελούν το 40% περίπου του παγκόσμιου ΑΕΠ και το 60% της παγκόσμιας ανάπτυξης, με δραστηριότητες μεταποίησης μάλλον παρά υπηρεσιών, δηλαδή εντάσεως μεταφορών πρώτων υλών, αντισταθμίζουν αρκετά τις αρνητικές επιπτώσεις στο εμπόριο, τις μεταφορές και τη ναυλαγορά από την επιβράδυνση των ανεπτυγμένων, ώστε οι ναύλοι να συγκρατούνται σε βιώσιμα επίπεδα, τονίζει ο ναυλομεσιτικός οίκος G. Moundreas.

Πώς κινούνται τα ναύλα

Έπειτα από μία πολύ μικρότερη μεταβλητότητα από ό,τι στις ναυλαγορές κατά τους τελευταίους τέσσερις μήνες, οι τιμές τονάζ εισήλθαν στη νέα συναλλακτική περίοδο με ανοδικές τάσεις κυρίως στα Supra/Handymax, ενώ χαλαρές παρουσιάζονται ακόμα οι τιμές των Handysize και σταθερές έως χαλαρότερες στα δεξαμενόπλοια.

Σε ό,τι αφορά τις διαλύσεις, σημαντικότερη εξέλιξη των τελευταίων εβδομάδων ήταν η έκδοση της απόφασης μετά από μήνες του δικαστηρίου του Μπαγκλαντές για τους περιβαλλοντικούς όρους λειτουργίας των διαλυτηρίων, αλλά οι ενδείξεις δυσκολιών προσαρμογής των διαλυτηρίων εκτός από ένα, στις απαιτήσεις της απόφασης, σημαίνουν ότι θα καθυστερήσει κι άλλο η πλήρης ενεργοποίησή τους. Θεωρείται, πάντως, ότι με την προοπτική αύξησης της ζήτησης τονάζ για διάλυση μετά την επιστροφή του Μπαγκλαντές, cash buyers πλήρωσαν ανεξάρτητα από ενδεχόμενους άλλους λόγους, την πολύ αυξημένη για την τρέχουσα αγορά τιμή των 468,5 δολ./ldt για το δεξαμενόπλοιο «Kriti Filoxenia» 39.447 DWT (1986 Split).

Οι προοπτικές και η τάση γενικώς της ζήτησης τονάζ για διάλυση, φαίνεται άλλωστε και από την αλματώδη αύξηση των τιμών που προσφέρουν οι Τούρκοι διαλυτές που έφθασαν σε ρεκόρ όλων των εποχών 360 δολ./ldt. Η αύξηση του εβδομαδιαίου όγκου των πωλήσεων για διάλυση μετά την περίοδο των διακοπών έγινε αισθητή από την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου, αν και το εορταστικό τέλος του Ραμαζανιού στο Πακιστάν και στο Μπαγκλαντές ανέκοψε σημαντικά τις συναλλαγές την περασμένη εβδομάδα. Συνολικά, στο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκαν πωλήσεις για διάλυση 705.000 dwt από πλευράς δεξαμενοπλοίων, 398.000 dwt πλοία ξηρού φορτίου και 124.000 dwt PCTC's, ενώ η βελτίωση της ναυλαγοράς containers αντανακλάται ήδη στις σχετικά μειωμένες διαλύσεις με σύνολο 116.000 dwt.

Πέφτουν οι αξίες πλοίων

Αύξηση 41,1% σημειώθηκε στον αριθμό των αγοραπωλησιών πλοίων τον προηγούμενο Αύγουστο σε σχέση με τον Ιούλιο σύμφωνα με τη μηνιαία ανάλυση του ναυλομεσιτικού οίκου “Golden Destiny”. Υπολογίζεται ότι άλλαξαν χέρια 103 πλοία συνολικής αξίας 1,57 δισ. δολ.

Οι Έλληνες εφοπλιστές, το συγκεκριμένο μήνα, έμειναν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, καθώς οι ελληνικές εταιρείες απορρόφησαν το 7,2% των πλοίων που άλλαξαν χέρια, ενώ οι ανταγωνιστές τους, οι Κινέζοι, το 13,4%. Συνολικά, η αγορά των πλοίων επανέκτησε το χαμένο έδαφος μετά τη μεγάλη πτώση του Baltic Dry και ύστερα από τη θερινή ανάπαυλα. Όμως υπάρχουν και πάλι σε κυκλοφορία φήμες περί νέας πτώσης των αξιών των πλοίων ξηρού φορτίου μέσα στους επόμενους μήνες, κατά 20% με 25%.