οικονομικού συντάκτη και αναλυτή
Το σχετικό με το «μνημόνιο οικονομικής και χρηματοπιστωτικής πολιτικής» κείμενο καλύπτει 100 σελίδες και είναι μία συμφωνία που έκανε το ελληνικό κράτος, ύστερα από επίπονες διαπραγματεύσεις, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για να αποφύγει την στάση πληρωμών και άρα την χρεοκοπία.
Ειρήσθω εν παρόδω, η συμφωνία αυτή έγινε ύστερα από ελληνικό αίτημα και όχι γιατί κάποιοι άλλοι την προκάλεσαν. Όσο για τους όρους της, αποτελούν προτάσεις οικονομικής πολιτικής που έκανε η ελληνική κυβέρνηση στους εταίρους της, οι οποίοι και τις απεδέχθησαν με κάποιες προσθήκες. Η δε από μέρους της ΕΚΤ υπογραφή του μνημονίου έγινε κατά παράβασιν του κατασταστικού της, με μοναδικό κριτήριο την αποφυγή μιας ελληνικής χρεοκοπίας –η οποία θα έπληττε, βεβαίως, και την ευρωζώνη.
Τα δε αίτια της ελληνικής οικονομικής κατάρρευσης είναι παντελώς άσχετα με την διεθνή οικονομική κρίση και οφείλονται αποκλειστικά στην ολέθρια οικονομική πολιτική που ακολούθησε η χώρα τα τριάντα τελευταία χρόνια.
Τούτων λεχθέντων, θα πρέπει οι αντιμνημονιολόγοι να πληροφορηθούν, αν έχουν την δυνατότητα της αντιλήψεως, κάποια πράγματα. Εν πρώτοις, θα πρέπει να τονιστεί ότι το μνημόνιο, έτσι όπως το αναγνώσαμε, είναι μία μορφή διακρατικής παρέμβασης στις διεθνείς αγορές, η οποία έχει και πρωτόγνωρο χαρακτήρα.
Πρώτη φορά στα διεθνή χρηματοοικονομικά χρονικά τρεις διακρατικοί φορείς στηρίζουν μία βαρύτατα άρρωστη οικονομία για να σταθεί στα πόδια της. Αν το θέλει. Διότι υπάρχουν και αυτοί που δεν το θέλουν, σε μία βαρύτατα ασθενούσα και διανοητικώς Ελλάδα.
Συνεπώς, για τους γνωρίζοντες στοιχειωδώς ψήγματα οικονομικής πολιτικής θεωρίας, ο μηχανισμός στήριξης της ελληνικής οικονομίας είναι προϊόν πολιτικής απόφασης για να αποτρέψει τα οδυνηρά αποτελέσματα από την λειτουργία των αγορών. Ό,τι ακριβώς είναι και το ΔΝΤ. Παρά τα όσα εγγράφονται στην αριστερή μυθολογία, το ΔΝΤ είναι μία απόπειρα πολιτικής απάντησης στην κυριαρχία των αγορών.
Πιθανόν να είναι ατελής, ίσως να μην είναι πάντα αποτελεσματική και βεβαίως ποτέ δεν είναι ευχάριστη –υπό την έννοια ότι δεν λέει σε ένα κράτος «πόσα ξοδεύατε μέχρι σήμερα; Πάρτε άλλα τόσα για να είστε ευτυχισμένοι»– αλλά δεν παύει να είναι μία πολιτική απάντηση, ένας διακρατικός παρεμβατισμός στις αγορές. «Γι’ αυτό και πολλοί ακραίοι νεοσυντηρητικοί απεχθάνονται θεσμούς όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Την εποχή, μάλιστα, της παντοδυναμίας των, οι ρεπουμπλικάνοι της Ουάσινγκτον προσπάθησαν να τους υπονομεύσουν με την λογική ότι νοθεύουν τον υγιή ανταγωνισμό στις παγκόσμιες αγορές», επισημαίνει σε ανάλυσή του ο εκλεκτός συνάδελφος Πάσχος Μανδραβέλης.
Αυτά για ν’ αρχίσουμε μια νέα ενότητα σημειωμάτων προσαρμοσμένα στις συνθήκες που βιώνουν οι επιχειρήσεις…