Μια διαφορετική πτυχή του ρόλου που παίζει η Τουρκία σχετικά με τις εξελίξεις στην Ουκρανία
Οι θεωρίες που ακούγονται συχνά στην
Ελλάδα περί συνέχειας, συνέπειας και μακροπρόθεσμου σχεδιασμού της εξωτερικής
πολιτικής της Τουρκίας απέχουν πολύ από την πραγματικότητα, για τον απλούστατο
λόγο ότι διπλωμάτες της γειτονικής χώρας, ακόμα κι αν ήθελαν, δεν μπορούν να
προβλέψουν τα γεγονότα.
Τα παραδείγματα του πολέμου κατά του
Ιράκ του Μαρτίου 2003 ή της Αραβικής Άνοιξης του Δεκεμβρίου 2010 ή του εμφυλίου
στη Συρία του Μαΐου 2011 είναι χαρακτηριστικά. Όλες οι κρίσεις ξέσπασαν
αιφνιδιαστικά, καθιστώντας κωμικούς τους απώτερους σχεδιασμούς.
Στην πρώτη
περίπτωση, η Άγκυρα ήρθε σε ρήξη με τις ΗΠΑ, όταν δεν επέτρεψε τη διέλευση
χερσαίων δυνάμεων που θα επιτάχυναν την ανατροπή του Σαντάμ. Στη δεύτερη
απέτυχε παταγωδώς στις επαφές με τις διάφορες αντιμαχόμενες πλευρές στην
Αίγυπτο και τη Λιβύη. Στη δε τρίτη, η επιλογή ενίσχυσης των ακραίων ισλαμικών
ομάδων διέλυσε τις τελευταίες αυταπάτες της Δύσης περί μετριοπάθειας του
πρωθυπουργού Τ. Ερντογάν.
Αντίθετα, είναι αναμφισβήτητο ότι η
τουρκική διπλωματία διαθέτει ευελιξία και ακολουθεί έξυπνες τακτικές, που την
προφυλάσσουν από μεγαλύτερους κινδύνους, όταν κρίνει ότι άλλες χώρες μπορούν να
εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά της, και να κρυφτεί πίσω από αυτές.
Ακόμα και σήμερα
ισχύει το μνημειώδες έργο του Φρανκ Βέμπερ «Ο επιτήδειος ουδέτερος» για τη
στάση της Τουρκίας στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, με την αρχική ευθυγράμμιση προς τη
ναζιστική Γερμανία, την κατοπινή σταδιακή απαγκίστρωση από το Βερολίνο και την
προσέγγιση του Λονδίνου, έως την τελική σύμπραξη με τους Συμμάχους.
Το 2014, το τουρκικό μοντέλο του «επιτήδειου
ουδετέρου» επιβεβαιώνεται πανηγυρικά και εκσυγχρονίζεται υποδειγματικά στην
κρίση της Ουκρανίας: Ο υπουργός Εξωτερικών Α. Νταβούτογλου και τα ανώτερα
διπλωματικά στελέχη του διαπιστώνουν, προφανέστατα, ότι μεταβάλλεται η
ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική των τελευταίων 20-24 ετών (από τη λήξη του Ψυχρού
Πολέμου και του εμφυλίου της Γιουγκοσλαβίας αντίστοιχα) και προσπαθούν,
οφθαλμοφανώς, να κερδίσουν χρόνο ώσπου να δουν πού θα γείρει η πλάστιγγα.
Αδιαφορώντας για το γεγονός ότι είναι
μέλος του ΝΑΤΟ και μάλιστα εκ των πλησιέστερων προς την εστία της κρίσης, η
Τουρκία εκπέμπει αλληλοαναιρούμενα μηνύματα, θολώνοντας τα νερά. Για να
ικανοποιήσει τη Μόσχα, απέρριψε την άποψη ότι το δημοψήφισμα στην Κριμαία είναι
παράνομο και η προσάρτηση από τη Ρωσία αντίθετη προς το διεθνές δίκαιο, αλλά,
για να επιστρέψει κοντά στις θέσεις της Ουάσινγκτον και των Βρυξελλών, πρόσθεσε
ότι παρόμοιες αποφάσεις είναι επικίνδυνες και εσφαλμένες.
Ομοίως, η Άγκυρα, ενθυμούμενη το
δυτικό μπλοκ, εξέφρασε υποστήριξη προς την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και
στην Ε.Ε., αλλά ταυτόχρονα ικανοποίησε τον Βλ. Πούτιν, εκτιμώντας ότι δεν
πρέπει να τίθεται στο Κίεβο δίλημμα επιλογής μεταξύ Κρεμλίνου και Ευρώπης.
Και
η κορύφωση: Ζητεί να ληφθούν υπόψη τα ρωσικά συμφέροντα, αλλά καλεί τη Μόσχα να
είναι πιο προσεκτική στην τήρηση του διεθνούς δικαίου.
Ορισμένοι αναλυτές
καλούν την Ελλάδα να μιμηθεί την τακτική της Τουρκίας, αλλά ξεχνούν ότι τα
μεγέθη, οι αρχές, οι προτεραιότητες και τα συμφέροντα των δύο χωρών είναι πολύ
διαφορετικά. Και λησμονούν, κυρίως, ότι οι καθαρές κουβέντες και ευθείς
εξηγήσεις είναι πιο αποτελεσματικές στις διεθνείς σχέσεις.
Πηγή: Εφημερίδα Δημοκρατία